Ο Μπρένταν Μπήαν είναι ένας από τους σημαντικότερους Ιρλανδούς συγγραφείς του προηγούμενου αιώνα. Παρακολουθώντας την παράσταση διαπίστωσα πως πρόκειται για μια καλοστημένη και καλοδουλεμένη παραγωγή, με εξαίρετες ερμηνείες από τους ηθοποιούς, οι οποίοι αποδίδουν ζωντανά και τα τραγούδια, με το δικό τους τρόπο και χωρίς να προδίδουν τις κλασικές μελωδίες του Θεοδωράκη. Εντύπωση μου έκανε επίσης ο ιδιαίτερος και πρωτοποριακός πολυχώρος, του «Τρένου στο Ρουφ»…
Τη μουσική του έργου συνέθεσε ο Μίκης Θεοδωράκης το 1962 για την πρώτη παρουσίαση του έργου στην Ελλάδα από τον θίασο του Λεωνίδα Τριβιζά. Από τότε ακολούθησαν άλλες εννέα παραστάσεις του έργου σε Ελλάδα και Κύπρο με την ίδια μουσική. Στο πρόγραμμα της παράστασης ο συνθέτης σημειώνει:
Πολλές φορές μου έτυχε να συνθέσω κάποια μουσική σχεδόν «αναγκαστικά», θα έλεγα ανόρεχτα, λόγω οικονομικής ή άλλης πίεσης και στο τέλος να αποδειχθεί «σταθμός» στο σύνολο του έργου μου. Μια τέτοια περίπτωση είναι και η μουσική που έγραψα για το έργο «Ένας Όμηρος». Στα 1961 βρέθηκα για κάποια φωνοληψία στην Αθήνα, βιαστικός όπως πάντα, γιατί στην Ευρώπη με περίμεναν ανειλημμένες υποχρεώσεις, όταν μου τηλεφώνησε ο Αχιλλέας Μαμάκης, θεατρικός κριτικός στο «Έθνος» και με παρακάλεσε να με δει επειγόντως. Στο γραφείο του συνάντησα τον Λεωνίδα Τριβιζά, νεαρό τότε σκηνοθέτη, τον οποίο ο κ.Μαμάκης μου παρουσίασε με τα καλύτερα λόγια και μου πρότεινε να γράψω μουσική για κάποιο έργο που επρόκειτο να ανεβάσει στο νεότευκτο «Κυκλικό Θέατρο». Στην αρχή, όπως ήταν φυσικό, αρνήθηκα γιατί πράγματι ήμουν πολύ απασχολημένος. Εντέλει δέχθηκα να πάρω το κείμενο με την υπόσχεση, αν έβρισκα λίγο χρόνο, να έγραφα τη μουσική. Πετώντας προς το Παρίσι, διάβασα μέσα στο αεροπλάνο το έργο, που μου έκανε μεγάλη εντύπωση. Όταν έφτασα, κάθισα αμέσως στο πιάνο και φαίνεται ότι το περιεχόμενο με ενέπνευσε τόσο πολύ, ώστε άρχισα να συνθέτω το ένα τραγούδι μετά το άλλο και έτσι μέσα σε μια ώρα έγραψα όλη τη μουσική, χωρίς όμως να έχω την εντύπωση ότι αυτή η μουσική θα ήταν εντελώς ξεχωριστή σελίδα μέσα σε όλο μου το έργο.
Η αξία της μουσικής αυτής εκτιμήθηκε πρώτα από τον Τριβιζά και τους ηθοποιούς που εκτέλεσαν άψογα τα τραγούδια και έτσι αποφασίστηκε να γίνει η ηχογράφηση δύο τραγουδιών («Το γελαστό παιδί» και «Άνοιξε λίγο το παράθυρο» με την πρωταγωνίστρια Ντόρα Γιαννακοπούλου), η οποία προς έκπληξη όλων μας, είχε αμέσως πολύ πλατειά απήχηση. Έτσι η εταιρεία αποφάσισε να κάνει δίσκο όλη τη μουσική. Η λογοκρισία όμως απαγόρευσε την έκδοση του δίσκου λόγω του στίχου «Από τους μπάσταρδους τους ξένους κρύψε καλή μου το χάλι σου», που αρνήθηκα να αφαιρέσω. Έτσι η πρώτη δημόσια εκτέλεση έγινε με έναν ερασιτεχνικό θα έλεγα τρόπο: τραγούδησα ο ίδιος με πιάνο όλα τα τραγούδια και οι κασέτες διανεμήθηκαν δωρεάν. Πολύ αργότερα έγινε η πρώτη φωνοληψία με μένα πάλι στο ρόλο του ερμηνευτή, ενώ την παραμονή της δικτατορίας είχαμε τελειώσει και τη δεύτερη έκδοση με ερμηνεύτρια τη Μαρία Φαραντούρη.
Η πλοκή του έργου που παρέπεμπε σε μεγάλο βαθμό στις δικές μας ιστορικές εμπειρίες, προσέδωσε στο έργο- πέρα από την όποια αισθητική του αξία- και πολιτική διάσταση, δεδομένου ότι την εποχή εκείνη ζούσαμε σημαντικά γεγονότα όπως η δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη, που άνοιξε νέα σελίδα στην ελληνική ιστορία και έτσι «Το γελαστό παιδί» μπορούμε να πούμε ότι εκείνη την εποχή έγινε ύμνος της επαναστατημένης νεολαίας.
Η κορύφωση της επιτυχίας του έργου ήρθε με το φιλμ «Ζ» του Κώστα Γαβρά, που του έδωσε διεθνή διάσταση. Όσον αφορά τη μουσική του σημασία μέσα στο σύνολο του έργου μου, θα έλεγα ότι η ιδιαιτερότητά του προέρχεται από το γεγονός ότι η αναφορά του σε μια άλλη χώρα με άλλη κουλτούρα, με οδήγησε σε μια ιδιαίτερη μουσική γραφή, στην προσπάθειά μου να αποδώσω όσο γίνεται περισσότερο τον ιρλανδικό χαρακτήρα χωρίς να αποστασιοποιούμαι από την ελληνικότητα της μουσικής μου γραφής.
Όσον αφορά τη δική μου γνώμη για το έργο αυτό, το θεωρώ ως ένα από τα πιο λυρικά και τρυφερά έργα που έχω γράψει και γι’αυτόν τον λόγο χαίρομαι ιδιαιτέρως για το ανέβασμά του από το θέατρο «Το τρένο στο Ρουφ» υπό την καθοδήγηση της Τατιάνας Λύγαρη και μάλιστα σε μια εποχή κατά την οποία δοκιμάζονται οι αντοχές μας ως Έθνους και ως Λαού.
Γι’αυτή τη νέα παρουσίαση του θεατρικού έργου, ο θίασος μου ζήτησε να βάλω μουσική και σε δύο ακόμα τραγούδια που ως τώρα οι στίχοι τους περιλαμβάνονταν στο έργο αλλά όχι μελοποιημένοι και που ολοκληρώνουν το έργο, ενώ παράλληλα ενώνουν δυο διαφορετικές εποχές. Είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω μια πρόβα και πρέπει να πω ότι μου έκανε εντύπωση η μουσικότητα των καλλιτεχνών αλλά και η νέα αντίληψη για την ερμηνεία των τραγουδιών.
Τους ευχαριστώ όλους και εύχομαι κάθε επιτυχία.
Μίκης Θεοδωράκης
Ειδικά γι’ αυτή την παράσταση λοιπόν ο Μίκης Θεοδωράκης συνέθεσε δυο νέα τραγούδια, τα οποία υπήρχαν μέσα στο πρωτότυπο κείμενο αλλά δεν είχαν μελοποιηθεί. Την ερωτική μπαλάντα «Έχω μια αγάπη» που τραγουδά η Έλενα Χατζηαυξέντη και το σατιρικό «Όταν ο Σωκράτης στην παλιά Ελλάδα» που τραγουδούν ο Μιχάλης Αφολαγιάν και ο Παναγιώτης Κλίνης…
Ακούστε τα…
Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση:
1: www.ogdoo.gr/portal/index.php?option=ozo_content&perform=view&id=1377&Itemid=138
Φωτογραφίες: Ο Μίκης Θεοδωράκης με την Τατιάνα Λύγαρη (1&2) και ο θίασος της παράστασης (3)